Η σΗμΑσΙα ΤοΥ νΑ εΙσΑι ΔαΝδΗς ΣτΗν ΠοΛιΟρΚηΜέΝη ΜαΔρΙτΗ...
Οι εκτιμήσεις για τις βόμβες που έπληξαν τη Μαδρίτη ποικίλλουν, αλλά από το προσωπικό πολεμικό ημερολόγιο του Σμήναρχου Wolfram von Richthofen γνωρίζουμε ότι μόνο στις 4 Δεκεμβρίου, τα Junkers 52 του έριξαν τριαντα έξι τόνους βόμβες στην πόλη. Αυτό δεν προκαλεί εντύπωση συγκρινόμενο με το πλήθος των βομβών που ερρίφθησαν κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ένα μόνο βρετανικό Lancaster μπορούσε να ρίξει δέκα τόνους. Καθώς, όμως ήταν η πρώτη ενορχηστρωμένη εκστρατεία βομβαρδισμού εναντίον μιας πρωτεύουσας, το ψυχολογικό αποτέλεσμα υπήρξε μεγάλο.
Οι λυσσαλέες μάχες στο δυτικό άκρο της Μαδρίτης συνεχίστηκαν. "Το πρωινό ήταν δύσκολο", έγραψε ο Andre Cayatte, ένας Γάλλος εθελοντής. "Το τάγμα αντικαταστάθηκε για ανάπαυση λίγων ωρών. Στα δυτικά, ακουγόταν συνεχής ο θόρυβος από τις οβίδες. Οι άνθρωποι μιλούσαν και τραγουδούσαν σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά με τέτοια φιλική διάθεση ώστε μπορούσαν να διαισθάνονται αυτά που δεν μπορούσαν να καταλάβουν." Στις 20 Νοεμβρίου 1936 ανέλαβαν ξανά δράση στο Palacete de la Moncloa. "Ο Ταγματάρχης Riviere, με ένα χαμόγελο στα χείλη, πέθανε με αξιορέπεια, όπως ακριβώς είχε ζήσει. Ο Riviere μαζί με 115 εθελοντές, υπερασπιζόταν μια εξοχική κατοικία περικυκλωμένος από εχθρικά τεθωρακισμένα. Τρείς φορές οι επιζήσαντες επιχείρησαν έξοδο. Τελικά, οι Μαροκινοί πυρπόλησαν το σπίτι. Ο Riviere άναψε από τις φλόγες ένα τελευταίο τσιγάρο. "Κανείς δεν θα μάθει ποτέ όλα όσα έχουμε κάνει.", είπε. Λίγο αργότερα ήταν νεκρός".
Οι Σοβιετικοί σύμβουλοι, κομισάριοι, ανώτεροι αξιωματικοί και σημαντικά κομματικά στελέχη είχαν την πολυτελή και καλά ανεφοδιασμένη βάση τους στο ξενοδοχείο Gaylord. Ιδιαίτερη φροντίδας τύχαιναν επίσης ο μεγάλος αριθμός των επισκεπτών, οι αποστολές εμπειρογνωμόνων και οι στρατευμένοι υποστηρικτές από το εξωτερικό. Οι ξένοι δημοσιογράφοι (επιδεικτικοί σαν βεντέτες, σύμφωνα με τη φράση του Auden) υπέφεραν ελάχιστα. Όμως, για την πλειοψηφία του πληθυσμού, οι καθημερινές μερίδες ήταν πενιχρές. Ένα άλογο ή ένα μουλάρι, που είχε σκοτωθεί από τον βομβαρδισμό ή από τις οβίδες των πυροβόλων, τεμαχιζόταν ως τα κόκαλα από νοικοκυρές, ενώ γύρω περιφέρονταν πεινασμένα σκυλιά. Ένα μέλος των Διεθνών Ταξιαρχιών κατέγραψε ότι ένας πολιτοφύλακας είχε πυροβολήσει ένα αδέσποτο, που καταβρόχθιζε τα μυαλά ενός νεκρού άνδρα, κι έπειτα είχε σηκώσει τους ώμους του απολογητικά, εξηγώντας ότι τα σκυλιά αποκτούσαν μια προτίμηση για την ανθρώπινη σάρκα.
Η ζωή στη Μαδρίτη ήταν γεμάτη αντιφάσεις. Κοντά στην Puerta del Sol, δυο ξένοι δημοσιογράφοι, ο Sefton Delmer και η Virginia Cowles, πέρασαν μπροστά από μια ηλικιωμένη γυναίκα, που στεκόταν στο πεζοδρόμιο πουλώντας μαυροκόκκινα μαντήλια των αναρχικών και μπήκαν μέσα σε ένα ραφείο, το οποίο έραβε κάπες για το ιππικό και την όπερα. Ο Delmer και η Cowles είχαν εκπλαγεί καθώς δεν περίμεναν ότι η ύπαρξη μιας τέτοιας επιχείρησης συνεχιζόταν στη μέση της επαναστατημένης Μαδρίτης. Ο ιδιοκτήτης, ο οποίος σαφώς είχε χάσει την πελατεία του, υποδέχθηκε τους επισκέπτες του με ενθουσιασμό. Ο Delmer τον ρώτησε πως πήγαιναν οι δουλειές. "Πολύ άσχημα, senor", απάντησε εκείνος με θλίψη. "Ελάχιστοι τζέντλεμεν έχουν απομείνει πλέον στη Μαδρίτη".
Οι λυσσαλέες μάχες στο δυτικό άκρο της Μαδρίτης συνεχίστηκαν. "Το πρωινό ήταν δύσκολο", έγραψε ο Andre Cayatte, ένας Γάλλος εθελοντής. "Το τάγμα αντικαταστάθηκε για ανάπαυση λίγων ωρών. Στα δυτικά, ακουγόταν συνεχής ο θόρυβος από τις οβίδες. Οι άνθρωποι μιλούσαν και τραγουδούσαν σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά με τέτοια φιλική διάθεση ώστε μπορούσαν να διαισθάνονται αυτά που δεν μπορούσαν να καταλάβουν." Στις 20 Νοεμβρίου 1936 ανέλαβαν ξανά δράση στο Palacete de la Moncloa. "Ο Ταγματάρχης Riviere, με ένα χαμόγελο στα χείλη, πέθανε με αξιορέπεια, όπως ακριβώς είχε ζήσει. Ο Riviere μαζί με 115 εθελοντές, υπερασπιζόταν μια εξοχική κατοικία περικυκλωμένος από εχθρικά τεθωρακισμένα. Τρείς φορές οι επιζήσαντες επιχείρησαν έξοδο. Τελικά, οι Μαροκινοί πυρπόλησαν το σπίτι. Ο Riviere άναψε από τις φλόγες ένα τελευταίο τσιγάρο. "Κανείς δεν θα μάθει ποτέ όλα όσα έχουμε κάνει.", είπε. Λίγο αργότερα ήταν νεκρός".
Οι Σοβιετικοί σύμβουλοι, κομισάριοι, ανώτεροι αξιωματικοί και σημαντικά κομματικά στελέχη είχαν την πολυτελή και καλά ανεφοδιασμένη βάση τους στο ξενοδοχείο Gaylord. Ιδιαίτερη φροντίδας τύχαιναν επίσης ο μεγάλος αριθμός των επισκεπτών, οι αποστολές εμπειρογνωμόνων και οι στρατευμένοι υποστηρικτές από το εξωτερικό. Οι ξένοι δημοσιογράφοι (επιδεικτικοί σαν βεντέτες, σύμφωνα με τη φράση του Auden) υπέφεραν ελάχιστα. Όμως, για την πλειοψηφία του πληθυσμού, οι καθημερινές μερίδες ήταν πενιχρές. Ένα άλογο ή ένα μουλάρι, που είχε σκοτωθεί από τον βομβαρδισμό ή από τις οβίδες των πυροβόλων, τεμαχιζόταν ως τα κόκαλα από νοικοκυρές, ενώ γύρω περιφέρονταν πεινασμένα σκυλιά. Ένα μέλος των Διεθνών Ταξιαρχιών κατέγραψε ότι ένας πολιτοφύλακας είχε πυροβολήσει ένα αδέσποτο, που καταβρόχθιζε τα μυαλά ενός νεκρού άνδρα, κι έπειτα είχε σηκώσει τους ώμους του απολογητικά, εξηγώντας ότι τα σκυλιά αποκτούσαν μια προτίμηση για την ανθρώπινη σάρκα.
Η ζωή στη Μαδρίτη ήταν γεμάτη αντιφάσεις. Κοντά στην Puerta del Sol, δυο ξένοι δημοσιογράφοι, ο Sefton Delmer και η Virginia Cowles, πέρασαν μπροστά από μια ηλικιωμένη γυναίκα, που στεκόταν στο πεζοδρόμιο πουλώντας μαυροκόκκινα μαντήλια των αναρχικών και μπήκαν μέσα σε ένα ραφείο, το οποίο έραβε κάπες για το ιππικό και την όπερα. Ο Delmer και η Cowles είχαν εκπλαγεί καθώς δεν περίμεναν ότι η ύπαρξη μιας τέτοιας επιχείρησης συνεχιζόταν στη μέση της επαναστατημένης Μαδρίτης. Ο ιδιοκτήτης, ο οποίος σαφώς είχε χάσει την πελατεία του, υποδέχθηκε τους επισκέπτες του με ενθουσιασμό. Ο Delmer τον ρώτησε πως πήγαιναν οι δουλειές. "Πολύ άσχημα, senor", απάντησε εκείνος με θλίψη. "Ελάχιστοι τζέντλεμεν έχουν απομείνει πλέον στη Μαδρίτη".
Αργότερα, ένας Άγγλος των Διεθνών Ταξιαρχιών είχε πει ότι εκείνο που τον είχε εντυπωσιάσει περισσότερο μόλις έφθασε στη Μαδρίτη, ήταν η εικόνα ενός Ισπανού που στεκόταν αδιάφορα στη μέση του δρόμου κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού και καθάριζε τα δόντια του με ένα σπίρτο. Οι ξένοι είχαν παραξενευθεί από την ισπανική λατρεία της επιδεικτικής έλλειψης φόβου.
Σύμφωνα με έναν Σέρβο των Διεθνών Ταξιαρχιών: "Οι Ισπανοί είναι πολύ γενναίοι στη μάχη. Αυτό το θάρρος, όμως, είναι λιγάκι ιπποτικό, λιγάκι ποιητικό. Τους είναι δύσκολο να προσαρμοστούν στις ευμετάβλητες, σχολαστικές και πεζές απαιτήσεις του σύγχρονου πολέμου".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου