Από τον πρόλογο του βιβλίου του Jared Diamond με τίτλο "Κατάρρευση-Πώς οι κοινωνίες επιλέγουν να αποτύχουν ή να επιτύχουν". Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Κάτοπτρο" και το ξεκίνησα χθές το βράδυ:
H μεσαιωνική Γροιλανδία των Σκανδιναβών είναι μία μόνο από τις πολλές κοινωνίες του παρελθόντος που κατέρρευσαν ή εξαφανίστηκαν, αφήνοντας πίσω τους μνημειώδη ερείπια σαν εκείνα που φαντάστηκε ο Σέλεϊ στο ποίημά του Οζυμανδίας. Λέγοντας κατάρρευση (collapse), εννοώ μια δραματική μείωση του ανθρώπινου πληθυσμού και/ή της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συνθετότητας, σε σημαντική έκταση και για μεγάλη χρονική περίοδο. Συνεπώς το φαινόμενο των καταρρεύσεων συνιστά ακραία μορφή αρκετών ηπιότερων τύπων παρακμής - και θα οδηγηθούμε σε αυθαίρετα συμπεράσματα αν θελήσουμε να προσδιορίσουμε πόσο δραστική πρέπει να είναι η παρακμή μιας κοινωνίας προκειμένου να χαρακτηριστεί ως κατάρρευση. Μερικοί από τους ηπιότερους τύπους παρακμής περιλαμβάνουν: τις μικρές και συνηθισμένες διακυμάνσεις της τύχης και τις μικρής έκτασης πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανακατατάξεις κάθε κοινωνίας· την κατάκτηση μιας κοινωνίας από έναν γείτονα ή την παρακμή της που συναρτάται με την ακμή του γείτονα, χωρίς όμως αλλαγή στο συνολικό μέγεθος του πληθυσμού ή στη συνθετότητα ολόκληρης της περιοχής· τέλος, την αντικατάσταση ή την ανατροπή μιας άρχουσας ελίτ από κάποια άλλη. Με τα μέτρα αυτά, διάσημα θύματα ολοκληρωτικής κατάρρευσης παρά ηπιότερης απλώς παρακμής θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι εξής κοινωνίες του παρελθόντος: οι Ανασάζι (στο Τσάκο Κάνιον) και Καχόκια εντός των ορίων των σύγχρονων ΗΠΑ, οι πόλεις των Μάγιας στην Κεντρική Αμερική, οι κοινωνίες Μότσε και Τιγουανάκου στη Νότια Αμερική, η Μυκηναϊκή Ελλάδα και η Μινωική Κρήτη στην Ευρώπη, η Μεγάλη Ζιμπάμπουε στην Αφρική, η Ανγκορ Γουάτ και οι πόλεις των Χαράπα της Κοιλάδας του Ινδού στην Ασία, και το Νησί του Πάσχα στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Τα μνημειώδη ερείπια που άφησαν πίσω τους εκείνες οι κοινωνίες του παρελθόντος ασκούν μια ρομαντική γοητεία σε όλους μας. Τα θαυμάζουμε από παιδιά, καθώς πρωτομαθαίνουμε για εκείνα μέσα από εικόνες. Οταν μεγαλώνουμε, πολλοί από εμάς σχεδιάζουμε τις διακοπές μας έτσι ώστε να τα απολαύσουμε άμεσα. Γοητευόμαστε όχι μόνο από την εντυπωσιακή και μαγευτική ομορφιά τους, αλλά και από τα μυστήρια που τα συνοδεύουν. H κλίμακα των ερειπίων είναι μάρτυρας του πλούτου και της δύναμης εκείνων που τα έκτισαν - σαν να κομπάζουν «Κοιτάξτε τα έργα μου εσείς οι ισχυροί και απελπιστείτε!», με τα λόγια του Σέλεϊ. Οι δημιουργοί τους όμως χάθηκαν, εγκαταλείποντας τις μεγάλες κατασκευές που είχαν οικοδομήσει με τόσους κόπους. Πώς μπόρεσε μια τόσο ισχυρή κοινωνία να οδηγηθεί σε κατάρρευση; Ποια ήταν η τύχη των πολιτών της; Εφυγαν, και (αν έφυγαν) γιατί, ή μήπως πέθαναν εκεί με κάποιον δυσάρεστο τρόπο; Πίσω από τούτο το ρομαντικό μυστήριο κρύβεται το βασανιστικό ερώτημα: Μπορεί άραγε και η δική μας πλούσια κοινωνία να έχει παρόμοια τύχη; Θα αντικρίσουν κάποια ημέρα οι τουρίστες με δέος τα σκουριασμένα κουφάρια των ουρανοξυστών της Νέας Υόρκης, όπως εμείς αντικρίζουμε σήμερα σκεπασμένα από τη ζούγκλα τα ερείπια των πόλεων των Μάγιας;
Από καιρό υπήρχε η υποψία ότι πολλές από τις μυστηριώδεις εκείνες καταρρεύσεις πολιτισμών προκλήθηκαν, τουλάχιστον εν μέρει, από οικολογικά προβλήματα: οι άνθρωποι κατέστρεψαν από αμέλειά τους περιβαλλοντικούς πόρους από τους οποίους ήταν εξαρτημένες οι κοινωνίες τους. H υποψία για ακούσια οικολογική αυτοκτονία - «οικοκτονία» - έχει επιβεβαιωθεί από ανακαλύψεις που έκαναν στις τελευταίες δεκαετίες αρχαιολόγοι, κλιματολόγοι, ιστορικοί, παλαιοντολόγοι και παλυνολόγοι (επιστήμονες που μελετούν τη γύρη). Οι διαδικασίες μέσω των οποίων κοινωνίες του παρελθόντος αυτοϋπονομεύθηκαν καταστρέφοντας το περιβάλλον τους ανήκουν σε οκτώ κατηγορίες, διαφορετικής σχετικής σημασίας κατά περίπτωση: αποδάσωση και καταστροφή ενδιαιτημάτων, προβλήματα του εδάφους (διάβρωση, αλάτωση και απώλεια της γονιμότητας του εδάφους), προβλήματα διαχείρισης των υδάτων, υπερθηρία, υπεραλίευση, επίδραση εισαγόμενων ειδών σε αυτόχθονα είδη, αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού και αυξημένη κατά κεφαλήν επίδραση των ανθρώπων.
Οι καταρρεύσεις αυτές του παρελθόντος συνήθως ακολουθούν κάπως παρόμοιες πορείες, συνιστώντας παραλλαγές στο ίδιο θέμα: η αύξηση του πληθυσμού ανάγκαζε τους ανθρώπους να υιοθετήσουν εντατικότερα μέσα αγροτικής παραγωγής (όπως η άρδευση, η διπλοσπορά ή οι αναβαθμίδες) και να επεκτείνουν την καλλιέργεια από τα κύρια εδάφη πρώτης επιλογής σε εδάφη οριακής απόδοσης, προκειμένου να τραφούν όλο και περισσότερα πεινασμένα στόματα. Ατελέσφορες πρακτικές οδήγησαν σε περιβαλλοντικές καταστροφές ενός ή περισσοτέρων από τους τύπους που αναφέρθηκαν, με αποτέλεσμα τα καλλιεργήσιμα εδάφη οριακής απόδοσης να χρειαστεί πάλι να εγκαταλειφθούν. Οι συνέπειες για την κοινωνία ήταν η έλλειψη τροφίμων, ο λιμός, οι πόλεμοι ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους που αγωνίζονταν για λίγους πόρους και οι ανατροπές κυρίαρχων ελίτ από απογοητευμένες μάζες. Τελικά ο πληθυσμός μειωνόταν λόγω του λιμού, των πολέμων ή των ασθενειών, ενώ η κοινωνία έχανε κάποια από την πολιτική, οικονομική και πολιτισμική συνθετότητα που είχε αναπτύξει στην ακμή της. Οι συγγραφείς υποκύπτουν συχνά στον πειρασμό να επισημαίνουν τις αναλογίες ανάμεσα στην πορεία εκείνων των κοινωνιών και στην ανθρώπινη ζωή - κάνοντας λόγο για τη γέννηση, την ανάπτυξη, την ακμή, τα γηρατειά και τον θάνατο μιας κοινωνίας - και να υποθέτουν ότι η μακροχρόνια περίοδος των γηρατειών που οι περισσότεροι από εμάς διατρέχουμε από τα χρόνια της ακμής ως τον θάνατό μας ισχύει και για τις κοινωνίες. Αλλά η συγκεκριμένη μεταφορά αποδεικνύεται λανθασμένη για πολλές κοινωνίες του παρελθόντος (και για την πρώην Σοβιετική Ενωση στην εποχή μας): παρήκμασαν γοργά μετά το αποκορύφωμά τους σε αριθμούς και δύναμη, ενώ η ραγδαία παρακμή τους πρέπει να προκάλεσε έκπληξη και σοκ στους πολίτες τους. Στις χειρότερες περιπτώσεις ολοκληρωτικής κατάρρευσης όλα τα μέλη της κοινωνίας είτε μετανάστευσαν είτε πέθαναν. Εν τούτοις, τη θλιβερή αυτή πορεία προφανώς δεν ακολούθησαν απαρέγκλιτα μέχρι τέλους όλες οι κοινωνίες του παρελθόντος: διαφορετικές κοινωνίες κατέρρευσαν σε διαφορετικό βαθμό και με κάπως διαφορετικούς τρόπους, ενώ πολλές κοινωνίες δεν κατέρρευσαν ποτέ.
Στην εποχή μας ένας τέτοιος κίνδυνος προκαλεί όλο και περισσότερη αγωνία· πράγματι, καταρρεύσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στη Σομαλία, στη Ρουάντα και σε μερικές άλλες χώρες του Τρίτου Κόσμου. Πολλοί φοβούνται ότι η οικοκτονία έφτασε πλέον στο σημείο να επισκιάζει τον πυρηνικό πόλεμο και τις αναδυόμενες νόσους, ως απειλή για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα περιλαμβάνουν εκείνα τα οκτώ προβλήματα τα οποία υπονόμευσαν κοινωνίες του παρελθόντος συν τέσσερα νέα: τις ανθρωπογενείς κλιματικές αλλαγές, τη συσσώρευση τοξικών χημικών ουσιών στο περιβάλλον, το ενεργειακό έλλειμμα και την πλήρη χρησιμοποίηση της γήινης φωτοσυνθετικής ικανότητας από τον άνθρωπο. Λέγεται ότι οι περισσότερες από τις εν λόγω 12 απειλές θα γίνουν καθολικά κρίσιμες στις επόμενες λίγες δεκαετίες: είτε θα λύσουμε τα προβλήματα ως τότε, είτε αυτά θα υπονομεύσουν όχι μόνο τη Σομαλία αλλά και τις κοινωνίες του Πρώτου Κόσμου. Αντί για ένα σενάριο καταστροφής που θα περιγράφει την εξαφάνιση του ανθρώπου ή μια βιβλική κατάρρευση του βιομηχανικού πολιτισμού, πολύ πιθανότερο ίσως αποδειχθεί «απλώς» ένα μέλλον σημαντικά κατώτερου βιοτικού επιπέδου, μόνιμα υψηλότερων κινδύνων και υπονόμευσης όσων σήμερα θεωρούμε βασικές αξίες μας. Μια τέτοια κατάρρευση θα μπορούσε να πάρει διάφορες μορφές, όπως η παγκόσμια εξάπλωση νόσων ή και πολέμων, που θα πυροδοτηθούν τελικά από τη σπανιότητα των περιβαλλοντικών πόρων. Αν τούτη η σκέψη είναι σωστή, τότε οι προσπάθειές μας σήμερα θα καθορίσουν την κατάσταση του κόσμου στην οποία η τωρινή γενιά παιδιών και νεαρών ενηλίκων θα ζήσει κατά τη μέση και μεγάλη ηλικία της.